Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χειροπέδες
ουσιαστικό θηλυκό πληθυντικός

1 mezzi guanti
2 manotte (fpl)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χειρονομώ χειροπέδη  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---