Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόχαζομάρα
ουσιαστικό θηλυκό 1 cretinata 2 cretineria 3 ebetaggine 4 ebetismo 5 idiotaggine 6 idiotismo 7 idiozia 8 imbecillaggine 9 ocaggine 10 ottusità 11 sbalorditaggine 12 scemenza 13 scempiaggine 14 scimunitaggine 15 stolidezza 16 stolidità permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |