Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αυτόχθων  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

auto`ctono ~m~; nati`vo ~m~; indi`geno ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αυτόχθονας αυτοχρηματοδότηση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---