Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ατίθασος  
επίθετο

1 non doma`to; indo`mito ατίθασο άλογος==cavallo non domato
2 ((figurato)) non doma`bile; indoma`bile; ribe`lle ατίθασο παιδί==ragazzo ribelle | ατίθασος χαρακτήρας==carattere indomabile

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ατιθάσευτος ατιιός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---