Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαργοσβηέμαι
ρήμα παθητικό variante di [αργοσβήνω] αργοσβήνομαι ρήμα παθητικό variante di [αργοσβήνω] αργοσβήνω ρήμα αμετάβατο spe`gnersi lentame`nte ((anche in senso figurato)) αργοσβηώ ρήμα αμετάβατο variante di [αργοσβήνω] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |