Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αθλοθέτης  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

chi istitui`sce un pre`mio

αθλοθέτρια
ουσιαστικό θηλυκό

femminile di [αθλοθέτης ^-η, ο|η^]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αθλοθεσία αθλοπαιδιά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---