Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απρόσβλητος  
επίθετο

1 non attacca`to; non colpi`to
2 inespugna`bile
3 ((figurato)) inoppugna`bile απρόσβλητο φρούριο==fortezza inespugnabile | απρόσβλητο επιχειρήματα==argomentazioni inoppugnabili

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απροσάρμοστος απροσγείωτος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---