Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απόβρασμα  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 schiu`ma ~f~ (della bollitura)
2 ((figurato)) schiu`ma ~f~; fe`ccia ~f~; rifiu`to ~m~ τα αποβράσματα της κοινωνίας==la feccia della società

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αποβραδύς αποβροχάρισσα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---