Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αντιληπτός  
επίθετο

1 percetti`bile ο σφυγμός του μόλις που ήταν αντιληπτός==il suo polso era appena percettibile
2 che è stato nota`to η απουσία του έγινε αμέσως αντιληπτή==la sua assenza fu immediatamente notata+++έγινα αντιληπτός;==mi sono spiegato?

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αντιληπτικότητα αντιληπτότητα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---