Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αντανακλάω
ρήμα μεταβατικό

variante di [αντανακλώ]

αντανακλώ  
ρήμα μεταβατικό

1 fisiologia rifle`ttere; ripercuo`tere
2 ((figurato)) rifle`ttere; rispecchia`re οι δηλώσεις του αντανακλούν τις απόψεις της εργατικής τάξης==le sue dichiarazioni rispecchiano le opinioni della classe operaia

αντανακλώμαι
ρήμα παθητικό

1 riflette`re
2 rifle`ttersi
3 rispecchia`rsi
4 riverbera`rsi
5 specchia`rsi

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αντανακλαστικότητα αντανακλών  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---