Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αντανάκλαση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 rifle`sso
2 figurato ripercussio`ne ~f~; influe`nza ~f~ αυτή σου η κίνηση θα έχει θετική αντανάκλαση στην καριέρα σου==questa tua mossa avrà riflessi positivi sulla tua carriera

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αντάμωση αντανακλασμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---