Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόανταλλαγή
ουσιαστικό θηλυκό sca`mbio ~m~; intersca`mbio ~m~ πολιτιστικές ανταλλαγές==interscambi culturali | ανταλλαγή πληθυσμών==scambio di popolazioni | ανταλλαγή αιχμαλώτων==scambio di prigionieri | ανταλλαγή απόψεων==scambio di punti di vista, di opinioni | ανταλλαγή δώρων==scambio di regali permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαη ανταλλαγή πυρών = scontro [αρσ.] a fuoco Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |