Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ανικανοποίητος  
επίθετο

1 insoddisfa`tto; sconte`nto έμεινα ανικανοποίητος από το αποτέλεσμα==sono rimasto insoddisfatto del risultato
2 insoddisfa`tto; inappaga`to ανικανοποίητη περιέργεια==curiosità inappagata

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ανίερος ανίκανος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---