Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαναδίδω
ρήμα μεταβατικό variante di [αναδίνω] αναδίνω ρήμα μεταβατικό 1 eme`ttere το ηφαίστειο ανέδινε μια στήλη καπνού==il vulcano emetteva una colonna di fumo 2 effo`ndere; esala`re; sprigiona`re; emana`re τα νυχτολούλουδα ανέδιναν ένα ευχάριστο άρωμα==le belle di notte esalavano un profumo piacevole permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |