Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαναχαιτίζω
ρήμα μεταβατικό 1 arresta`re; frena`re; contene`re; argina`re ((anche in senso figurato)) αναχαιτίζω τον εχθρό==contenere l'avanzata del nemico 2 militare intercetta`re αναχαιτίζω εχθρικό αεροπλάνο==intercettare un aereo nemico permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |