Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αμφιταλαντεύομαι  
ρήμα παθητικό

1 oscilla`re
2 ((figurato)) oscilla`re; tentenna`re; tituba`re αμφιταλαντεύεται αν θα πρέπει να αποχωρήσει από το κόμμα ή όχι==è incerto se uscire dal partito o no

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αμφίστομος αμφιταλαντευόμενος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---