Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαλληλογραφία
ουσιαστικό θηλυκό 1 corrisponde`nza ~f~ epistola`re; carte`ggio ~m~ εμπορική αλληλογραφία==corrispondenza commerciale | εκδόθηκε η αλληλογραφία μεταξύ των δύο λογίων==è stato pubblicato il carteggio tra i due letterati 2 corrisponde`nza ~f~; posta ~f~; le`ttere ~fp~ αρχειοθετώ την αλληλογραφία==archiviare la corrispondenza permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |