Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αλκοτέστ  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 alcote`st ~m~
2 ((popolare)) prova ~f~ del pallonci`no

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αλκοολούχος αλκυλικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---