Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αεροβατώ  
ρήμα αμετάβατο

1 vi`vere fra le nu`vole; fantastica`re
2 fare proge`tti campa`ti in a`ria

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αεροβάτης αερόβιος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---