Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αάχ
επιφώνημα

variante di [αχ!]

αχ  
ουσιαστικό ουδέτερο

sospi`ro ~m~; lamente`la ~f~ με τα αχ και τα βαχ δεν κερδίζεις τίποτα==lamentarsi non serve a niente

αχ!  
επιφώνημα

ah!; ahi!; oh! αχ, τι μού 'μελλε να πάθω!==ah, cosa doveva capitarmi! | αχ, τρυπήθηκα!==ahi, mi sono punto! | αχ, το καημένο το κορίτσι!==oh, povera ragazza! | αχ, και να κέρδιζα το λαχείο!==oh, se vincessi alla lotteria!

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  α–, αν– ααχά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---