Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsomière
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [soˈmjɛre] 1 υποζύγιο 2 αεροδόχος εκκλησιαστικού οργάνου 3 θήκη οργάνου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |