Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsminaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [zminaˈmento] 1 επιχείρηση εξουδετέρωσης ή συλλογής ναρκών 2 ναρκαλιεία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |