Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsmascheràre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [zmaskeˈrare] 1 αποκαλύπτω δημόσια 2 εκθέτω 3 βγάζω στη φόρα 4 ξεμασκαρεύω 5 ξεμπροστιάζω smascherarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [zmaskeˈrarsi] 1 αποκαλύπτομαι 2 βγάζω τη μάσκα μου 3 ξεμασκαρεύομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |