Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsegregàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [segreˈgato] 1 ερημικός 2 απόμακρος 3 απομονωμένος 4 απόκεντρος 5 παράμερος 6 μονήρης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |