ItalianoGreco


secondàrio  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [sekonˈdarjo]

1 επουσιώδης
2 επικουρικός
3 δευτερεύων
4 μέσος (για εκπαίδευση)
5 μεσοζωικός
6 δευτεροβάθμιος


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


linea [θηλ.] marittima secondaria = άγονη γραμμή



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---