ItalianoGreco


scurìre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [skuˈrire]

1 μαυρίζω
2 σκοτεινιάζω
3 σκουραίνω
4 γίνομαι σκούρος

scurìre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [skuˈrire]

1 σκοτίζω
2 αμαυρώνω
3 κάνω κάτι σκοτεινό ή σκούρο

scurirsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [skuˈrirsi]

1 μαυρίζω
2 σκοτεινιάζω
3 σκουραίνω
4 γίνομαι σκούρος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---