Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


regimazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [reʤimatˈtsjone]

1 ρύθμιση
2 συντονισμός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  regimare regime  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

regia (θηλ.ουσ)
regicida (ουσ αρσ και θηλ.)
regicida (επίθ.)
regicidio (ουσ αρσ )
regimare (ρ. μτβ.)
regimazione (θηλ.ουσ)
regime (ουσ αρσ )
regina (θηλ.ουσ)
reginetta (θηλ.ουσ)
regio (ουσ αρσ )
regio (επίθ.)
regionale (ουσ αρσ )
regionale (επίθ.)
regionalismo (ουσ αρσ )
regionalista (ουσ αρσ και θηλ.)
regionalista (επίθ.)
regionalistico (επίθ.)
regionalizzare (ρ. μτβ.)
regionalizzazione (θηλ.ουσ)
regione (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---