radióso
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [raˈdjoso], [raˈdjozo]
1 εκθαμβωτικός
2 σπινθηροβόλος
3 φαεινός
4 αστραποβόλος
5 αστραφτερός
6 στιλπνός
7 λαμπροφόρος
8 λαμπερός
9 φωτοβόλος
10 φεγγοβόλος
11 ολόλαμπρος
12 σελασφόρος
13 ακτινοβόλος
14 αγλαός
15 λαμπρός
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [raˈdjoso], [raˈdjozo]
1 εκθαμβωτικός
2 σπινθηροβόλος
3 φαεινός
4 αστραποβόλος
5 αστραφτερός
6 στιλπνός
7 λαμπροφόρος
8 λαμπερός
9 φωτοβόλος
10 φεγγοβόλος
11 ολόλαμπρος
12 σελασφόρος
13 ακτινοβόλος
14 αγλαός
15 λαμπρός
permalink
radioso (επίθ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android