Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόelettrònica
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [eletˈtrɔnika] 1 ηλεκτρονική 2 ηλεκτρονικά permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαposta [θηλ.] elettronica = το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |