Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόelettrodomèstico
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [elettrodoˈmɛstiko] η ηλεκτρική οικιακή συσκευή permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαelettrodomestici [αρσ. πλυθ.] = οι οικιακές συσκευές [f.] || elettrodomestico [αρσ.] = η οικιακή συσκευή Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |