Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόduttilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [duttiliˈta] 1 υποχωρητικότητα 2 ευκαμψία 3 ελατότητα 4 ευελιξία 5 προσαρμοστικότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |