Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcapitanerìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kapitaneˈria] ναυτική περιοχή permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαCapitaneria [θηλ.] di Porto = το Λιμεναρχείο Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |