Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


antìlope  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [anˈtilope]

αντιλόπη


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  antilogia antimagnetico  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

antigrandine (επίθ.)
antigravità (επίθ.)
antiguardia (θηλ.ουσ)
antileucemico (επίθ.)
antilogia (θηλ.ουσ)
antilope (θηλ.ουσ)
antimagnetico (επίθ.)
antimalarico (επίθ.)
antimateria (θηλ.ουσ)
antimefitico (επίθ.)
antimeridiano (ουσ αρσ )
antimilitarismo (ουσ αρσ )
antimilitarista (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
antimilitaristico (επίθ.)
antimissile (επίθ.)
antimissilistico (επίθ.)
antimonarchico (αρσ. επίθ και ουσ)
antimonio (ουσ αρσ )
antimonopolistico (επίθ.)
antimuro (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---