Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

χερούλι {χερουλ-ιο... χηρεμένος [επίθ.]
χερσαίος [επίθ.] χηρευάμενος [επίθ.]
χερσόνησος {χερσονήσ-... χηρεύω {μτχ. ενεσ...
χέρσος [επίθ.] χηρεύων [επίθ.]
χερσότοπος {χερσότοπω... χήρος [ουσ αρσ ]
χέσιμο [ουσ ουδ.] χθαμαλός [επίθ.]
χέστης {χεστών} χθες [ουσ ουδ.]
χέω [ρ. μτβ.] χθες [επίρ.]
χηλή [θηλ.ουσ] χθεσινός [επίθ.]
χηλικός [επίθ.] χθων {χθον-ός, ...
χημεία [θηλ.ουσ] χι [ουσ ουδ.]
χημειοθεραπεία {χημειοθερ... χιάζω {χίασ-α, -...
χημειοθεραπευτικός [επίθ.] χίασμα [ουσ ουδ.]
χημειόταξις [θηλ.ουσ] χιασμός [ουσ αρσ ]
χημειοτροπικός [επίθ.] Χιλή [θηλ.ουσ]
χημειοτροπισμός [ουσ αρσ ] χίλια [θηλ.ουσ]
χημειοχειρουργική [θηλ.ουσ] χίλια [ απόλ. αριθμ. επίθ.]
χημειοχειρουργικός [επίθ.] χιλιάδα [θηλ.ουσ]
χημικός [επίθ.] χιλιανός [επίθ.]
χημικός [ουσ αρσ και θηλ.] χιλιάρικο [ουσ ουδ.]
χήνα {χηνών} χιλιασμός [ουσ αρσ ]
χηνάκι [ουσ ουδ.] χιλιαστής [ουσ αρσ ]
χηνάρι [ουσ ουδ.] χιλιαστικός [επίθ.]
χήρα {χηρών} χιλιετηρίδα [θηλ.ουσ]
χηρεία [θηλ.ουσ] χιλιετία {χιλιετών}

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: