GrecoItaliano


χημικός
επίθετο

chimico

χημικός
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

chimico

permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


ο χημικός πόλεμος = guerra [θηλ.] chimica



Sfoglia il dizionario




{{ID:CHMIKOS100}}
---CACHE---