Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

σεληνόφωτο [ουσ ουδ.] σεμνότυφα [επίρ.]
σελίδα [θηλ.ουσ] σεμνοτυφία {σεμνοτυφι...
σελιδοθέτης {σελιδοθετ... σεμνότυφος [επίθ.]
σελιδοποίηση {-ης κ. -ή... σεμνύνομαι {μόνο σε ε...
σελιδοποιητής [ουσ αρσ ] σέμνωμα {σεμνώμ-ατ...
σελιδοποιώ {σελιδοποι... σέμπρος [ουσ αρσ ]
σελίνη [θηλ.ουσ] σένα [αντων.]
σελίνι {σελιν-ιού... σενάριο {σεναρί-ου...
σέλινο [ουσ ουδ.] σεναριογράφος [ουσ αρσ και θηλ.]
σελοποιός [ουσ αρσ ] σενεγαλέζικος [επίθ.]
σελοτέηπ [ουσ ουδ.] Σενεγαλέζος [ουσ αρσ ]
σελοτέιπ [ουσ ουδ.] σενιάν [επίθ.]
σελουλόιντ [ουσ ουδ.] σενσουαλισμός {χωρ. πληθ...
σελοφάν [ουσ ουδ.] σενσουαλιστής [ουσ αρσ ]
σέλωμα [ουσ ουδ.] σενσουαλιστικός [επίθ.]
σελωμένος [επίθ.] σεντεφένιος [επίθ.]
σελώνω {σέλω-σα, ... σεντέφι {σεντεφ-ιο...
σεμινάριο {σεμιναρί-... σεντίνα [θηλ.ουσ]
Σεμίραμις {Σεμιράμιδ... σεντινόνερα [ουσ ουδ πληθ.]
σεμνά [επίρ.] σεντόνι {σεντονιού...
σεμνολόγος [επίθ.] σεντονόπανο [ουσ ουδ.]
σεμνοπρέπεια [θηλ.ουσ] σεντούκι {σεντουκ-ι...
σεμνοπρεπής {σεμνοπρεπ... σεξ [ουσ ουδ.]
σεμνός [επίθ.] σέξι [επίθ.]
σεμνότητα {χωρ. πληθ... σεξισμός [ουσ αρσ ]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: