Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

περουκάκι [ουσ ουδ.] πέστροφα {χωρ. γεν....
περουκίνι [ουσ ουδ.] πέταγμα {πετάγμ-ατ...
περουκίτσα [θηλ.ουσ] πετάγομαι {πετά-χτηκ...
περπάτημα {περπατήμ-... πέταλα [θηλ.ουσ]
περπατημένος [επίθ.] πετάλι {πεταλ-ιού...
περπατησιά [θηλ.ουσ] πεταλίδα [θηλ.ουσ]
περπατώ {περπατάς ... πετάλιο [ουσ ουδ.]
Περσέας [ουσ αρσ ] πεταλιώδης [επίθ.]
Περσεφόνη [θηλ.ουσ] πέταλο {πετάλ-ου ...
Πέρσης [ουσ αρσ ] πεταλοειδής {πεταλοειδ...
πέρσι [επίρ.] πεταλούδα [θηλ.ουσ]
Περσία [θηλ.ουσ] πεταλουδίζω {πεταλούδι...
περσίδα [θηλ.ουσ] πεταλούδισμα [ουσ ουδ.]
περσίδες [θηλ. ουσ πληθ.] πεταλουργός [ουσ αρσ ]
περσικός [επίθ.] πεταλωμένος [επίθ.]
περσινός [επίθ.] πεταλώνω {πετάλω-σα...
πέρυσι [επίρ.] πεταλωτήριο {πεταλωτηρ...
περυσινός [επίθ.] πεταλωτής [ουσ αρσ ]
περφεξιονισμός {χωρ. πληθ... πέταμα {πετάμ-ατο...
πεσιμισμός {χωρ. πληθ... πεταμένος [επίθ.]
πεσιμιστής [ουσ αρσ ] πεταρίζω {πετάρισα}
πεσιμιστικός [επίθ.] πετάρισμα [ουσ ουδ.]
πέσιμο [ουσ ουδ.] πεταρούδι {χωρ. γεν....
πεσκέσι [ουσ ουδ.] πεταχτός [επίθ.]
πεσμένος [επίθ.] πετεινάρι {χωρ. γεν....

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: