Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

μήκος {μήκ-ους |... μηνιγγίτιδα [θηλ.ουσ]
μήκυνση [θηλ.ουσ] μηνιγγοεγκεφαλίτιδα [θηλ.ουσ]
μηκώμαι {μηκάσαι..... μηνιγγόκοκκος [ουσ αρσ ]
μήκων {μήκ-ωνος ... μήνιγξ [θηλ.ουσ]
μηκώνιο {μηκωνίου ... μήνις {μήνιος, -...
μηλαδέρφι {μηλαδερφ-... μηνίσκος [ουσ αρσ ]
μήλη {μηλών} μήνυμα {μηνύμ-ατο...
μηλιά [θηλ.ουσ] μήνυση {-ης κ. -ύ...
μηλίτης {μηλιτών} μηνυτής {μηνυτριών...
μήλο [ουσ ουδ.] μηνύτωρ [ουσ αρσ ]
μηλόκρασο [ουσ ουδ.] μηνύω (μήν-υσα, ...
μηλόπιτα {δύσχρ. μη... μηνώ {μηνάς... ...
Μήλος [ουσ αρσ ] μήπως [σύνδ.]
μηλωτή [θηλ.ουσ] μηπώς [επίρ.]
μη μου άπτου [ουσ ουδ.] μηριαίος [επίθ.]
μην [επίρ.] μηρός [ουσ αρσ ]
μηναίο [ουσ ουδ.] μηρυκάζω [ρ. μτβ.]
μήνας {-α κ. (λό... μηρυκασμός [ουσ αρσ ]
μήνη [θηλ.ουσ] μηρυκαστικό [ουσ ουδ.]
μηνιαία [επίρ.] μήτε [σύνδ.]
μηνιαίος [επίθ.] μητέρα [θηλ.ουσ]
μηνιάτικο [ουσ ουδ.] μητερούλα [θηλ.ουσ]
μήνιγγα [θηλ.ουσ] μήτηρ [θηλ.ουσ]
μηνίγγι {μηνιγγ-ιο... μήτρα {μητρών}
μηνιγγικός [επίθ.] μητραλγία {μητραλγιώ...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: