Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μήκος
ουσιαστικό ουδέτερο

lunghezza

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μηδόλως μήκυνση  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


κατά μήκος του δρόμου = lungo la strada || το άλμα εις μήκος = salto [αρσ.] in lungo


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---