Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ύλη
ουσιαστικό θηλυκό

materia

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  υλακτώ υλικά  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


οι πρώτες ύλες [f.] = materie [θηλ. πλυθ.] prime


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---