Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόξένος
επίθετο 1 [αλλότριος] altrui 2 [αλλοδαπός] straniero 3 [άγνωστος] estraneo 4 [καλεσμένος] ospite ξένος ουσιαστικό αρσενικό [καλεσμένος] ospite (m) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματατο δωμάτιο των ξένων = stanza [θηλ.] degli ospiti Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |