Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόξεφορτώνομαι
ρήμα παθητικό 1 alleggerirsi 2 cacciare 3 cestinare 4 disbrigarsi 5 disfarsi 6 eliminare 7 guarire 8 liberarsi 9 rivogare (vt) 10 sbarazzare (vt) 11 sbarazzarsi (vrifl) 12 sbrogliarsi (vrifl) 13 scartare (vt) 14 sgabellarsi (vrifl) 15 sgravarsi (vrifl) 16 spogliarsi (vrifl) 17 svestirsi (vrifl) 18 buttare giù 19 buttare via permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |