Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ωοειδής
επίθετο

1 ovale
2 ovato
3 oviforme
4 ovoidale
5 ovoide
6 fatto come un uovo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ωογόνιο ωοζωοτόκος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---