Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
τσεμπέρι
ουσιαστικό ουδέτερο
benda
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< τσεμπαλίστας
τσεπάκι >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
τσεκάρω
{τσεκάρισ-...
τσεκουράκι
[ουσ ουδ.]
τσεκούρι
{τσεκουρ-ι...
τσεκουριά
[θηλ.ουσ]
τσεμπαλίστας
{τσεμπαλισ...
τσεμπέρι
[ουσ ουδ.]
τσεπάκι
[ουσ ουδ.]
τσέπη
{τσεπών}
τσεπώνω
{τσέπω-σα,...
τσέτουλος
[επίθ.]
Τσέχα
[θηλ.ουσ]
Τσεχία
[θηλ.ουσ]
τσεχικός
[επίθ.]
τσέχικος
[επίθ.]
Τσέχος
[ουσ αρσ ]
Τσεχοσλοβακία
[θηλ.ουσ]
τσιγαρίζω
{τσιγάρισ-...
τσιγάρισμα
[ουσ ουδ.]
τσιγαρισμένος
[επίθ.]
τσιγάρο
[ουσ ουδ.]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis