Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


τράνταγμα
ουσιαστικό ουδέτερο

1 crollo
2 percussione
3 sballottamento
4 scossa
5 scossone
6 squasso
7 sussulto
8 traballio
9 traballone
10 trabalzone

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  τρανοσύνη τρανταγμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---