Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόσυσσωρεύω
ρήμα μεταβατικό 1 accartocciare 2 accatastare 3 accentrarsi 4 accumulare 5 adunare 6 affastellare 7 agglomerare 8 agglomerarsi 9 aggregare 10 arrotolare 11 avvolgere 12 coacervare 13 cumulare 14 radunare (vt) 15 fare d'ogni erba un fascio permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |