Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


συνδετικός
επίθετο

1 di congiunzione
2 anatomia connettivo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  συνδετήρας συνδεύω  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


το συνδετικό ρήμα = verbo [αρσ.] copulativo


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---