Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σωφροσύνη
ουσιαστικό θηλυκό

1 buonsenso
2 giudizio
3 modestia
4 prudenza
5 ragione
6 ragionevolezza
7 ritegno

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σωφρονιστικός σώφρων  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---