Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στρόβιλος
ουσιαστικό αρσενικό

1 carosello
2 girandola
3 gorgo
4 mulinello
5 remolo
6 ringorgamento
7 risucchio
8 turbina
9 turbine
10 vortice
11 motore a turbina

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  στροβιλοκινητήρας στροβιλοσυμπιεστής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---