Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στέρξιμο
ουσιαστικό ουδέτερο

1 acconsentimento
2 approvazione
3 beneplacito
4 benestare
5 consenso
6 consentimento
7 permesso

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  στερνός στεροειδές  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---